Αξέχαστη η Πρωτομαγιά του 1945 στην Κάρπαθο

0
Οι πολύχρωμες τουλίπες.

Γράφει ο Μανώλης Κασσώτης

Με το ξημέρωμα της Πρωτομαγιάς η μνήμη μου τρέχει 77 Μάηδες πίσω, στα αθώα παιδικά μας χρόνια.

Στις 4 Οκτωβρίου 1944 έφυγαν οι τελευταίοι Γερμανοί από την Κάρπαθο, την επομένη ξεσηκώθηκαν οι Καρπάθιοι εναντίον των φασιστών Ιταλών, που συνεργάζονταν μαζί τους και τους άφησαν στην θέση τους οι Γερμανοί. Έτσι, απελευθερώθηκε η Κάρπαθος και σε 12 μέρες, ειδοποιημένοι από τους Καρπάθιους που με μια ψαρόβαρκα πήγαν στην Αίγυπτο, ήρθαν οι Άγγλοι και, στο όνομα των Συμμάχων, κατέλαβαν το νησί.

Ο πόλεμος δεν είχε τελειώσει, έβραζε σε όλη την Ευρώπη, ακόμη και στα γύρω νησιά, αλλά εμείς αναπνέαμε το αέρα της λευτεριάς. Ένα από τα πρώτα μελήματα των κατοίκων του νησιού ήταν να ανοίξουν τα Ελληνικά σχολεία που από το 1937 είχε κλείσει ο De Vecki, ένας από τους τετράρχες του Φασισμού.

Το στεφάνι της Πρωτομαγιάς.

Έτσι φτάσαμε στην 1η Μαΐου 1945, και έπρεπε, με τον καθιερωμένο τρόπο,  να γιορτάσουμε την επιστροφή της Περσεφόνης από τον Άδη. Σηκωθήκαμε προτού καλά ξημερώσει για να μη μας πιάσει στον ύπνο, σύμφωνα με το έθιμο, το «γκάρισμα» του γαϊδάρου.

Από νωρίς συγκεντρωθήκαμε στο προαύλιο του σχολείου με ότι λουλούδια είχαμε μαζέψει από τους κήπους και τις αλτάνες, ιδικά τα κορίτσια είχαν στολίσει τα μαλλιά τους με κρινάκια και μαργαρίτες. Μας μίλησαν οι δάσκαλοι μας για τον Απρίλη τον λουλουδάτο και τον Μάη τον δροσερό που ήρθε να γιορτάσει την Ανάσταση του Χριστού μαζί με την ανάσταση της ζωής στην πλάση και για την επιστροφή της Περσεφόνης από τον Άδη. Στην συνέχεια μας έβαλαν στην γραμμή και περνώντας από τον κεντρικό δρόμο του χωριού τραγουδούσαμε:

«Ήρθε ο Μάης μορφοντυμένος και στολισμένος …».

«Λουλούδια ας διαλέξουμε και ρόδα και κρίνα κι ελάτε να πλέξουμε
στεφάνια με κείνα …»

Τ’ αηδόνια συμφώνησαν της γης τ’ αγγελούδια και βρήκαν και τόνισαν καινούρια τραγούδια …».

Η θάλασσα γίνεται καθρέφτης και πάλι, το κύμα της χύνεται κι ο φλοίσβος της ψάλλει …».

Χορεύει το πρόβατο τ’ αρνάκι βελάζει κι απ’ τον αγκαθόβατο δροσούλα σταλάζει …».

Το πρωτομαγιάτικο στεφάνι.

Κάποιος που ήταν ερωτευμένος με μια νεαρή κοπέλα έφτιαξε ένα πρωτομαγιάτικο στεφάνι από ρόδα και τριαντάφυλλα, και νύχτα περασμένα μεσάνυχτα το κρέμασε στην πόρτα της αγαπημένης του. Έξαλλος έγινε ο πατέρας της, που δεν ενέκρινε το ειδύλλιο, όταν ξύπνησε το πρωί, πήρε το στεφάνι και το πέταξε στον γάιδαρο να το φάει.

Άδικα, με ανυπομονησία, περιμέναμε τον άλλο χρόνο να γιορτάσουμε την Πρωτομαγιά. Στο μεταξύ, στην Ελλάδα είχε ξεσπάσει ο Εμφύλιος Πόλεμος και οι αρμόδιοι δεν θέλαν να γιορτάσουμε την «Εργατική Πρωτομαγιά», ενάντια των καπιταλιστών. Δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε ποιοι ήταν οι καπιταλιστές. Οι αγρότες καλλιεργούσαν τα χωράφια τους, οι τσοπάνηδες φρόντιζαν για τα ζώα τους και οι μαραγκοί,  χαρκιάδες, τσαγκάρηδες, ραφτάδες, ψαράδες και μικροέμποροι δούλευαν μόνοι τους στα εργαστήρια, στις βάρκες και καταστήματα τους.

Ευτυχώς τα παιδιά της εποχής, έστω και για μια χρονιά, προφτάσαμε να ζήσουμε και να γιορτάσουμε μια πραγματική Πρωτομαγιά.

-Advertisement-

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.